Ο όρος «αίσθημα κόμβου» χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια λειτουργική διαταραχή του οισοφάγου. Ο ασθενής το περιγράφει ως αίσθημα εξογκώματος στο λαιμό, αίσθημα ενσφηνωμένου βλωμού ή αίσθημα σύσφιξης στο λαιμό.
Πρόκειται για αρκετά συχνό φαινόμενο καθώς φαίνεται ότι περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού το έχει αισθανθεί τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του. Η επίπτωση φαίνεται να είναι ίδια και στα δύο φύλα αλλά οι γυναίκες είναι αυτές που συχνότερα αναζητούν ιατρική βοήθεια για το συγκεκριμένο πρόβλημα.
Τα συμπτώματα δεν περιλαμβάνουν πόνο και είναι πιο έντονα κατά την «ξηρή κατάποση» συγκριτικά με την κατάποση υγρών ή στερεών που συνήθως ανακουφίζει τον ασθενή. Στο 70% περίπου των ασθενών τα συμπτώματα είναι διαλείποντα και σαφώς εντονότερα μεταξύ των γευμάτων.
Τα παθογενετικά αίτια του αισθήματος κόμβου δεν είναι σαφή. Φαίνεται να εμπλέκονται καταστάσεις όπως:
– Σπλαγχνική υπερευαισθησία η οποία φαίνεται να είναι αρκετά συχνή στους συγκεκριμένους ασθενείς όπως τεκμηριώνεται από μελέτες που χρησιμοποίησαν μηχανική διάταση του οισοφάγου με μπαλόνι αέρα.
– Ψυχολογικοί παράγοντες καθώς φαίνεται ότι οι συγκεκριμένοι ασθενείς παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά νευρώσεων, άγχους, εσωστρέφειας και κατάθλιψης σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.
– Δυσλειτουργία του ανώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα, ο οποίος σε μανομετρικές μελέτες φάνηκε να έχει αυξημένο τόνο και να παρουσιάζει ανώμαλες μεταβολές πίεσης σχετιζόμενες με την αναπνευστική λειτουργία.
Η διαγνωστική προσέγγιση του ασθενή με αίσθημα κόμβου περιλαμβάνει:
Προσεκτική λήψη του ιστορικού με ιδιαίτερη έμφαση στην εμφάνιση, διάρκεια, πορεία και ένταση των συμπτωμάτων.
Αποκλεισμό καταστάσεων που προκαλούν παρόμοια συμπτώματα, όπως ηγαστροοισοφαγική παλινδρόμηση.
Προσεκτική αναζήτηση και αποκλεισμός συμπτωμάτων συναγερμού όπως πόνος, δυσφαγία, απώλεια βάρους, αλλαγή στη χροιά της φωνής κ.ά.
Ειδικά σε ασθενείς με εμμένοντα συμπτώματα ή σημεία συναγερμού (και μόνο σε αυτούς) συνιστάται:
– ΩΡΛ εκτίμηση προς αποκλεισμό ανατομικών βλαβών.
– Ακτινοσκοπική μελέτη προς ανίχνευση δυσλειτουργίας του στοματοφάρυγγα.
– Απεικόνιση με βαριούχο γεύμα, υπέρηχο θυρεοειδούς και, για όσους έχουν λεμφαδενοπάθεια ή σημεία συναγερμού, αξονική ή μαγνητική τραχήλου.
– Μανομετρία οισοφάγου προς αποκλεισμό κινητικής διαταραχής.
– Πεχαμετρία οισοφάγου για όσους ασθενείς δεν έχουν ανταποκριθεί σε χορήγηση αναστολέων της αντλίας πρωτονίων.
Η αρχική αντιμετώπιση του αισθήματος κόμβου περιλαμβάνει την διαβεβαίωση των ασθενών σχετικά με το ότι η κατάσταση είναι σαφώς καλοήθης.
Σε όσους ασθενείς διαπιστώνονται συνυπάρχουσες ψυχολογικές ή ψυχιατρικές διαταραχές παροτρύνεται η ψυχιατρική εκτίμηση.
Σε αυτούς με εμμένοντα συμπτώματα συνιστάται η δοκιμαστική χορήγησηαντιεκκριτικών φαρμάκων (αναστολείς αντλίας πρωτονίων) για το ενδεχόμενο υποκείμενης γαστροοισοφαγικής παλινδρομικής νόσου, κάτι που συμβαίνει περίπου στο 1/3 των περιπτώσεων οπότε και οι ασθενείς αναφέρουν βελτίωση των συμπτωμάτων.
Επί απουσίας ανταπόκρισης, η θεραπεία με αντιεκκριτικά πρέπει να διακόπτεται μετά απο 8 εβδομάδες και, ειδικά αν συνυπάρχουν υπόνοιες ασταθούς ψυχολογίας, συνιστάται ηχρήση αντικαταθλιπτικών τα οποία φάνηκε από μελέτες ότι βελτιώνουν τα συμπτώματα του αισθήματος κόμβου, την ποιότητα ύπνου και την πνευματική υγεία αυτών των ασθενών. Τέλος, για όσους ασθενείς δεν ανταποκρίνονται σε τίποτα από τα παραπάνω, μελέτες έχουν δείξει ενθαρρυντικά αποτελέσματα μετά από χορήγηση του φαρμάκουγκαμπαπεντίνη καθώς και μετά από συνεδρίες υπνοθεραπείας.Γενικά, το αίσθημα κόμβου έχει μια καλοήθη πορεία η οποία καταλήγει σε βελτίωση ή και εξαφάνιση των συμπτωμάτων σε ποσοστό 50%-60% συνολικά σε βάθος 3ετίας.
Πηγή: Daily-News.GR