Το γάλα είναι θρεπτικό και μεγαλώνει γερά παιδιά. Αυτό έχουμε μάθει από τους γονείς μας, αυτό υποστηρίζει και η επιστήμη.
Το τελευταίο διάστημα όμως, αυξάνονται οι έρευνες που υποστηρίζουν ότι οι γονείς πιέζουν τα παιδιά να καταναλώνουν περισσότερο γάλα απ΄ότι θα έπρεπε και αυτό έχει επίπτωση στην υγεία τους.
Οι ερευνητές του University College του Λονδίνου, της Οξφόρδης και του Bristol τονίζουν ότι το πρόβλημα εστιάζεται στην κατανάλωση πρωτεΐνης που είναι ιδιαίτερα υψηλή γιατί οι γονείς δίνουν στα παιδιά τους πάρα πολύ γάλα, γιαούρτι και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα. Μόλις τα παιδιά απογαλακτίζονται δεν χρειάζεται να πίνουν πολύ αγελαδινό γάλα ή φόρμουλα. Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά λαμβάνουν το 1/4 των ημερήσιων θερμίδων τους από το αγελαδινό γάλα. Όπως μάλιστα λένε οι ερευνητές παιδιά 21 μηνών λαμβάνουν το ένα τέταρτο των θερμίδων τους από αγελαδινό γάλα.
Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες οδηγίες που εξέδωσε το 2014 η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής (ΑΑΡ), τα παιδιά πρέπει να καταναλώνουν δύο ή τρεις μερίδες γαλακτοκομικά προϊόντα την ημέρα, ανάλογα με την ηλικία τους. Οι ποσότητες αυτές καλύπτουν τις ανάγκες του οργανισμού σε ασβέστιο, οι οποίες για τα νήπια ηλικίας 1-3 ετών είναι 700 mg την ημέρα, για τα παιδιά ηλικίας 4-8 ετών είναι 1.000 mg την ημέρα και για τα παιδιά και τους εφήβους ηλικίας 9-18 ετών είναι 1.300 mg ημερησίως.
Τι γίνεται όμως αν τα παιδιά υπερβούν την κατανάλωση αυτής της ποσότητας;
Σύμφωνα με μελέτη του δρ. Jonathon Maguire, επίκουρου καθηγητή Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο και ερευνητή στο Νοσοκομείο St Michael’s, τα παιδιά ηλικίας 2 έως 5 ετών που πίνουν περισσότερο γάλα από το συνιστώμενο, παρουσιάζουν μεν αυξημένα επίπεδα της βιταμίνης D αλλά έχουν λιγότερα αποθέματα σιδήρου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το παιδί να εμφανίσει αναιμία και σε κάποιες περιπτώσεις διαταραχή της ανάπτυξης του εγκεφάλου του. Αντιθέτως, όταν τα παιδιά πίνουν σχεδόν δύο ποτήρια γάλα την ημέρα, λαμβάνουν όση βιταμίνη D χρειάζονται δίχως να επηρεάζονται τα επίπεδα σιδήρου στον οργανισμό τους.
Η εξήγηση είναι απλή: Το ασβέστιο που υπάρχει στο γάλα εμποδίζει την απορρόφηση σιδήρου από τα άλλα τρόφιμα. Επίσης, το γάλα έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο και έτσι, αν το παιδί χορταίνει με γάλα, δεν θέλει να φάει άλλες τροφές που είναι πλούσιες σε σίδηρο.
Παράλληλα η υπερκατανάλωση γάλακτος έχει συνδεθεί με την παχυσαρκία:«Η παχυσαρκία ξεκινάει από το στιγμή που το παιδί έρχεται στον κόσμο. Οι πρώτες 1000 μέρες της ζωής του είναι καθοριστικές για τη συνέχεια. Η παρέμβαση στη διατροφή των παιδιών από μικρή ηλικία είναι ζωτικής σημασίας», καταλήγουν οι επιστήμονες.
Πηγή: Daily-News.GR