Στην καριέρα του ως ποδοσφαιριστής άλλαξε 13 ομάδες και επικρίθηκε για αυτό. Σε αυτή ως εραστής η καταμέτρηση συνεχίζεται και αποθεώνεται. Μπάλα και γυναίκες έχουν διαφορετικούς κανόνες στην καριέρα ενός ποδοσφαιριστή αλλά ο Κριστιάν Βιέρι κατάφερε να τα συνδυάσει με τον τρόπο του. Τον τρόπο ενός μποέμ τύπου, που αγαπήθηκε για όσα έκανε μέσα στο γήπεδο ως ένας από τους 4-5 καλύτερους φορ του κόσμου στα χρόνια του και λατρεύτηκε για το πώς μεγάλωσε τον μύθο του έξω από τις τέσσερις γραμμές.
Για να πετύχει όσα πέτυχε πάντως, τουλάχιστον εντός γηπέδου, δεν χρειάστηκε μόνο το ταλέντο αλλά και την δουλειά. «Δυνατός σαν ταύρος αλλά άτεχνος», ήταν η ετυμηγορία των προπονητών της Τορίνο, από όπου ξεκίνησε την καριέρα του, με τον Ροζάριο Ραμπάντι να είναι ο μοναδικός που τον στήριξε, χωρίς όμως να καταφέρει να αποτρέψει την πώληση του στην Βενέτσια. Οχι τυχαία, ο Ραμπάντι είναι ο ένας από τους τρεις προπονητές που ξεχωρίζει ο Βιέρι ως αυτοί που τον βοήθησαν περισσότερο. Οι άλλοι δύο ήταν ο Τσέζαρε Μαλντίνι στις μικρές εθνικές ομάδες και ο Εμιλιάνο Μοντόνικο στην Αταλάντα, όπου άρχισε να φτιάχνει το όνομα του. Και μάλλον έδειξε καλά στοιχεία, για να επιλεγεί από τον Λουτσιάνο Μότζι το 1996 για την πρωταθλήτρια Ευρώπης Γιουβέντους, η οποία αποφάσιζε ότι δεν της έκανε άλλο ο Τζανλούκα Βιάλι.
Στο Τορίνο ο Bobo θα έβρισκε έναν άλλο προπονητή που τον επηρέασε. «Επειτα από ένα Γιουβέντους-Αταλάντα ο Λίπι μου είπε κάτι, του απάντησα και τελικά μπήκαν οι συμπαίκτες στη μέση για να μην έρθουμε στα χέρια. Το ίδιο βράδυ, ο Περούτσι μου είπε ότι θα πάμε σε ένα εστιατόριο. Πήγαμε και τελικά εκεί ήταν ο Λίπι. Κάτσαμε οι δυό μας, τα συζητήσαμε και όλα άλλαξαν. Εμεινα στην εξέδρα στα επόμενα τέσσερα ματς, μετά βασικός με την Ιντερ, βασικός με την Ρόμα και δεν ξαναβγήκα από την 11άδα», έχει διηγηθεί ο ίδιος. Θα έβγαινε μια και καλή το καλοκαίρι του 1997, μόλις ένα χρόνο μετά την άφιξη του, αφού η πρόταση της Ατλέτικο Μαδρίτης ήταν πολύ καλή για να την αρνηθεί τόσο ο ίδιος, όσο και ο Μότζι. Κι ας ήταν επιθυμία του Τζάνι Ανιέλι να μην σπάσει το δίδυμο Ντελ Πιέρο-Βιέρι.
Εσπασε, όπως θα έσπαγαν και τα ρεκόρ στη συνέχεια, είτε πρόκειται για γκολ είτε για λεφτά. Στην ισπανική πρωτεύουσα ο Κριστιάν απολάμβανε τα πάντα και αυτό έβγαινε και στο γήπεδο. Σε 31 ματς συνολικά σκόραρε 29 φορές, σε 24 συμμετοχές στο πρωτάθλημα είχε 24 γκολ, οι οπαδοί τον λάτρεψαν και ο… Μιχόπουλος τον μίσησε για εκείνο το γκολ που του έβαλε στο Ατλέτικο-ΠΑΟΚ, εκθέτοντας τον με μοναδικό τρόπο. Ο Βιέρι δεν ήταν, πλέον, ένας καλός επιθετικός ανάμεσα στους παικταράδες της Γιούβε, ήταν ένας φορ που… σκότωνε. Και ένας φορ που κόστιζε πολύ, όπως θα καταλάβαιναν άπαντες στα καλοκαίρια που θα ακολουθούσαν. Σε αυτό του 1998, ο Σέρτζιο Κρανιότι ξόδεψε όσα χρειάστηκε για να τον επαναφέρει στην Ιταλία, έχοντας βάλει ως αυτοσκοπό να κάνει την Λάτσιο πρωταθλήτρια.
Ενα χρόνο μετά, ο Μάσιμο Μοράτι θα έδινε 90 δισ. λιρέτες (43 εκατ. ευρώ) για να τον πάρει στην Ιντερ, μετατρέποντας τον στον πιο ακριβό ποδοσφαιριστή του κόσμου. Ο Βιέρι κατηγορήθηκε για τις συνεχείς αλλαγές ομάδων, όπως και για το γεγονός ότι επέλεξε τους Νερατζούρι επειδή η νυχτερινή ζωή στο Μιλάνο ήταν καλύτερη σε σχέση με την Ρώμη. Εκεί όπου ένας οπαδός της Λάτσιο θα έπεφτε στις γραμμές του τρένου φορώντας φανέλα του Bobo, μην αντέχοντας την «προδοσία» του…
Ο ίδιος, πάντως, δεν δέχεται να κατηγορείται για… απιστίες. «Υπήρξα πιστός σε όλες τις ομάδες στις οποίες αγωνίστηκα. Πίστη δεν είναι μόνο το να μην φύγεις ποτέ από μία ομάδα. Είναι το να δίνεις το 100% από την πρώτη ως την τελευταία μέρα, ακόμη κι αν μιλάμε για μόνο ένα χρόνο», έχει πει σε συνέντευξη του στη Gazzetta dello Sport. Οπως πιστός δηλώνει και σε όλες τις γυναίκες που πέρασαν από το κρεβάτι του. Και είναι κάμποσες… Αν κάποιος θέλει να πάρει μια ιδέα, μπορεί να ψάξει στο internet και θα βρει δεκάδες ονόματα. Αν βαριέται να τα μετρήσει, μπορεί να απλοποιήσει τα πράγματα, σκεπτόμενος ότι στην ερώτηση «πόσες;», η απάντηση είναι «όλες»! «Εντάξει, είναι γνωστό, μου άρεσε να βγαίνω και μου άρεσε πάντα να έχω δίπλα μου γυναίκες. Ηξερα όμως πότε πρέπει να βγω και πότε όχι. Οπως ήξερα και τι να κάνω με τις γυναίκες. Αυτό που πρέπει να κάνει ένας bomber», είναι η ατάκα του και αυτή είναι η λέξη που έχει χρησιμοποιήσει για να περιγράψει τον εαυτό του στην αυτοβιογραφία του (Chiamatemi bomber).
Εκεί, ο Βιέρι δεν κάθεται να περιγράψει πώς η Ελιζαμπέτα Κανάλις, ο έρωτας όλων των Ιταλών, τον παρακολουθούσε λόγω ζήλειας και του εκτόξευε διάφορα αντικείμενα όταν υποψιαζόταν κάτι, ή πώς η Μελίσα Σάτα έκλαιγε στην ιταλική τηλεόραση επειδή συνειδητοποιούσε ότι ο Bobo δεν σκόπευε να την παντρευτεί, αφήνοντας την έπειτα από ένα σεβαστό, για τα στάνταρντ του, διάστημα. Στην αυτοβιογράφία του ο πρώην φορ γράφει για τις στιγμές που ήταν λάθος η δική του συμπεριφορά, όπως για παράδειγμα στο σημείο που αναφέρει ότι «η μεταγραφή στην Ατλέτικο Μαδρίτης έγινε μόνο για τα λεφτά, αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω θα παρέμενα στη Γιουβέντους», ή για τις στιγμές που ήθελε ο ίδιος να κλάψει. Με πιο χαρακτηριστική, αυτή του καλοκαιριού του 2006.
«Δεν μπήκα στην αποστολή για το Μουντιάλ λόγω ενός τραυματισμού, ο Λίπι θα με έπαιρνε μαζί του. Δεν άντεχα να βλέπω ούτε ένα ματς, ήταν η μεγαλύτερη πίκρα που πήρα από το ποδόσφαιρο. Στο τέλος, πάντως, χάρηκα για τους συμπαίκτες μου. Αυτή η γενιά το άξιζε, παίζαμε μαζί από τις μικρές εθνικές ομάδες, είχαμε αναδειχθεί και πρωταθλητές Ευρώπης U-21. Η εθνική του 2002, πάντως, ήταν το top κατά την άποψη μου. Αλλά έγινε ό,τι έγινε στη Ν. Κορέα…», λέει σχετικά για το πώς έχασε την ευκαιρία να αναδειχθεί παγκόσμιος πρωταθλητής, έχοντας για παρηγοριά το γεγονός ότι μαζί με τους Ρομπέρτο Μπάτζιο και Πάολο Ρόσι είναι ο πρώτος Ιταλός σκόρερ σε Μουντιάλ (9 γκολ).
Οι τίτλοι, πάντως, είναι ένα κεφάλαιο που τον πονάει αφού δεν κατέκτησε όσους έπρεπε με βάση την αξία του. Περισσότερο κι από αυτό, όμως, τον πόνεσε το πώς τελείωσε η πιο μακρόχρονη σχέση της ζωής του. Αυτή με την Ιντερ. Από το 1999 ως το 2005, ο Bobo πέτυχε 123 γκολ σε 190 συμμετοχές, κράτησε την επίθεση μόνος του όταν ο Ρονάλντο είχε τους τραυματισμούς («έχω παίξει με Μπάτζιο, Ζιντάν, Ντελ Πιέρο, Φαινόμενο, τι περισσότερο να ζητήσω;») αλλά στο τέλος χάλασαν όλα. «Είναι κρίμα που τελείωσε έτσι. Δέθηκα πάρα πολύ με την Ιντερ, τα έδωσα όλα, σκοτώθηκα για αυτή τη φανέλα, έπαιξα πολλά ματς τραυματίας. Μου έλεγαν: Μπες, ας είσαι ακίνητος στην επίθεση, αρκεί να είσαι εκεί. Και το έκανα, γνωρίζοντας ότι θα με κράξουν όλοι. Το έκανα λόγω της δυνατής σχέσης μου με τον Μοράτι αλλά στο τέλος μου φέρθηκε άσχημα. Παρακολουθούσαν τα τηλέφωνα μου, είχαν βάλει ντετέκτιβ να με κατασκοπεύουν. Αυτά τα κάνεις σε μαφιόζους… Το χειρότερο είναι ότι άλλα έλεγε μπροστά μου και άλλα έκανε πίσω από την πλάτη μου. Πραγματικά κρίμα, προτιμώ να θυμάμαι τα συναισθήματα που έζησα με τους οπαδούς, να παίζουμε με την Βερόνα και στο Meazza να είναι 80.000 στις εξέδρες 1,5 ώρα πριν την έναρξη και να φωνάζουν για τον Βιέρι και τον Ρονάλντο», είπε στη Gazzetta dello Sport.
Εκεί, όπου κάνοντας τον απολογισμό της καριέρας του, είπε ότι πέτυχε όσα ονειρευόταν όταν πατούσε για πρώτη φορά το πόδι του στην Ιταλία, σε ηλικία 15 ετών, το 1988: «Να παίξω στη Serie A και να φορέσω τη φανέλα της Σκουάντρα Ατζούρα. Αυτά τα δύο ήθελα. Οταν ο Τσέζαρε Μαλντίνι με κάλεσε στην U-21 ένιωσα πιο όμορφα από ποτέ. Πριν από κάθε ματς πήγαινα στο μπάνιο και έκλαιγα από χαρά και ένταση. Δεν υπήρχε τίποτα πιο ωραίο από το να φοράω αυτή τη φανέλα». Οσο για τον απολογισμό στα πιο… προσωπικά, τον έκανε το 2013: «Τόσες ομάδες, τόσες γυναίκες… Τελικά στη ζωή μου αγάπησα μόνο δύο κυρίες. Την Ελιζαμπέτα Κανάλις και τη Γιουβέντους».
Τον ίδιο, πάντως, τον αγάπησαν όλες. Και οι ομάδες, και οι γυναίκες. Γιατί ο Κριστιάν Βιέρι ήταν, είναι και παντα θα είναι bomber 100%!
Υ.Γ.: Απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του: «Μια μέρα, μετά την προπόνηση της Ιντερ, βγήκα τελευταίος από την Pinetina… Βλέπω, 200 μέτρα πιο μακριά, ένα αυτοκίνητο παρκαρισμένο δίπλα στον δρόμο. Επιβραδύνω, σταματάω, παρατηρώ και σκέφτομαι «κοίτα τι ωραία μελαχρινή». Πλησίασα για να ρωτήσω αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα και χρειάζεται βοήθεια. Κατέβασε το παράθυρο, χαμογέλασε και μου είπε: «Γεια σου, είμαι μια οπαδός σου, αν με ακολουθήσεις έχω ένα μικρό δώρο για σένα…». Εκτός από όμορφη, ήταν αποφασιστική, ο τόνος της φωνής της έβγαζε μια σιγουριά. Με ιντριγκάρει όλο αυτό και μπαίνω στο παιχνίδι. «Στις διαταγές σου αρχηγέ, σε ακολουθώ», της είπα και της κλέβω ένα χαμόγελο που με έκανε να φανταστώ πολλά… Σταματήσαμε πιο κάτω, σε έναν χώρο που δεν υπήρχε κανείς. Κατεβαίνει από το αυτοκίνητο της και μπαίνει στο δικό μου για να κάνει αυτό που μπορείτε να φανταστείτε. Οταν τελείωσε το όλο σκηνικό, σαν να μην είχε γίνει τίποτα, φεύγει λέγοντας μου: «Αύριο». Κι εγώ, σαν καλός bomber, τι θέλατε να απαντήσω; «Ναι αρχηγέ, στις διαταγές σου». Από εκείνη την ημέρα γινόταν καθημερινά, πριν την προπόνηση όμως. Ηταν σχεδόν όλες τις μέρες εκεί για έξι χρόνια. Τώρα είναι εύκολο να μαντέψει κανείς γιατί όταν έμπαινα στην Pinetina είχα ένα χαμόγελο που έδειχνε και τα 32 δόντια»!
Πηγή: gazzetta.gr
localStorage.clear();
Πηγή: Daily-News.GR